φίλτρα

φίλτρα
Χαρακτηρισμός συσκευών ή οργάνων που επιτρέπουν το εκλεκτικό από αυτά πέρασμα μορφών ύλης ή ενέργειας, όπως το ηλεκτρικό φ., το οπτικό φ., το φ. των αυτοκινήτων κ.ά. Τα οπτικά και φωτογραφικά φ. επιτρέπουν το εκλεκτικό πέρασμα ορισμένων ακτινοβολιών του ορατού φάσματος ή των φασματικών περιοχών που βρίσκονται από τις δύο μεριές του. Τα ραδιοηλεκτρικά φ., που λέγονται και ηλεκτρικά, είναι μια ηλεκτρική διάταξη, συνήθως τετράπολη, που χρησιμοποιείται στην ηλεκτρολογία για την επιλογή από ένα ρεύμα ή κύμα, που περιέχει πολλές συχνότητες, μια στενή ή και το αντίθετο περιοχή συχνοτήτων. Αντιπαρασιτικό φ. εξάλλου λέγεται το φ. που επιτρέπει το πέρασμα χαμηλών συχνοτήτων και χρησιμοποιείται στις ηλεκτρικές συσκευές για την εξουδετέρωση των παρασιτικών ρευμάτων που προκαλούνται από αυτές και τα οποία μπορεί να επιφέρουν διαταραχές στις ραδιοηλεκτρικές λήψεις. Ειδικά φ. χρησιμοποιούνται στη ραδιοτεχνία. Τα φ. αυτά κατατάσσονται σε τρεις μεγάλες κατηγορίες: στα φ. διέλευσης χαμηλών συχνοτήτων, στα φ. διέλευσης υψηλών συχνοτήτων και στα λεγόμενα φ. διέλευσης περιοχής. Τα τελευταία αυτά εξασφαλίζουν την επιλογή των ραδιοδεκτών και των συσκευών της τηλεόρασης, γιατί αφήνουν να περνά το σύνολο των ρευμάτων της ζώνης συχνοτήτων ενός πομπού, του οποίου παρακολουθούν την εκπομπή και παρεμποδίζουν όλες τις άλλες, που ανήκουν σε γειτονικές ως προς τη συχνότητα εκπομπές.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • φίλτρα — φίλτρον love charm neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φίλτρ' — φίλτρα , φίλτρον love charm neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διήθηση — Διαδικασία διαχωρισμού στοιχείων που διαφέρουν μεταξύ τους ως προς κάποια ιδιαίτερη ιδιότητα. Η επεξεργασία αυτή εφαρμόζεται σε πολλούς τομείς. δ. αερίων.Πραγματοποιείται είτε κατευθύνοντας τον αέρα, που περιέχει πολύ λεπτές σκόνες, να περάσει… …   Dictionary of Greek

  • φωτογραφία — Φυσικοχημική μέθοδος με την οποία αποτυπώνονται μόνιμα οι εικόνες πραγματικών αντικειμένων, καθώς αυτές σχηματίζονται ως είδωλα σε ένα σκοτεινό θάλαμο. Οι εικόνες που λαμβάνονται μπορεί να είναι ασπρόμαυρες ή έγχρωμες. Σχηματικά μπορούμε να… …   Dictionary of Greek

  • φίλτρο — (I) το / φίλτρον, ΝΜΑ μαγικό μέσο ή φάρμακο που χρησιμεύει για να εμπνέει, να διατηρεί, να διεγείρει ή να επαναφέρει τον έρωτα (α. «ερωτικό φίλτρο» β. «ἔστιν... φίλτρα μοι θελκτήρια ἔρωτος», Ευρ.) 2. ανατ. η υπορρινική αύλακα νεοελλ. φρ. «μητρικό …   Dictionary of Greek

  • ραδιοθεραπεία — Η χρησιμοποίηση της ακτινοβολίας των φυσικών και τεχνητών ραδιενεργών ουσιών για θεραπευτικούς σκοπούς. Αμέσως μετά την ανακάλυψη της ραδιενέργειας από τους Γάλλους φυσικούς Μπεκερέλ και Κιουρί, διαπιστώθηκε και η βιολογική ενέργεια της. Το 1901… …   Dictionary of Greek

  • ζάχαρη — Κοινή ονομασία για τη σακχαρόζη, οργανική ένωση του τύπου C12Η22Ο12 που υπάρχει άφθονη στο ζαχαροκάλαμο και στα τεύτλα, από τα οποία γίνεται η βιομηχανική παρασκευή της. Είναι ένας δισακχαρίτης ο οποίος σχηματίζεται από ένα μόριο γλυκόζης και ένα …   Dictionary of Greek

  • PHILTRA — quibus in amorem per vim inducuntur homines, ἀνάγκαι quoque et κατανάγκαι Graecis dicta, ut ex Synesio discimus, qui κατανάγκας et καταδέσμους in amatoriis memorat. Unde et herba, cuius ad amatoria usus, Plinio, l. 27. c. 8. catanance appellatur …   Hofmann J. Lexicon universale

  • αθροιστικός — Αυτός που έχει σχέση με την άθροιση. (Γραμμ.) Αθροιστικά ή περιληπτικά ονόματα. Αυτά που στον ενικό αριθμό έχουν περιληπτική σημασία π.χ. η βουλή (αντί οι βουλευτές), ο στρατός (αντί οι στρατιώτες), η πόλη (αντί οι πολίτες) κλπ. αθροιστικές ή… …   Dictionary of Greek

  • νερό — Χημική ένωση με τύπο Η2Ο. Υπάρχει στη φύση σε μεγάλες ποσότητες, σε υγρή, στερεή και αέρια κατάσταση. Κάθε μόριό του αποτελείται από δύο άτομα υδρογόνου και ένα οξυγόνου Στην αρχαία ελληνική και στην καθαρεύουσα λέγεται ύδωρ. Το ν. είναι βασικός …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”